4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Nομικός Σύμβουλος

Συζητείται η δημιουργία επιχείρησης που με χρήση ηλεκτρονικής βάσης
δεδομένων θα πληροφορεί τον διερχόμενο οδηγό για τα στοιχεία των ατόμων ή
επιχειρήσεων που στεγάζονται στα κτίρια εμπρός από τα οποία αυτός
διέρχεται.
Με την ευκαιρία αυτή μας τέθηκε από το περιοδικό 4 TPOXOI το ερώτημα κατά
πόσον η συγκέντρωση των πληροφοριών αυτών είναι νόμιμη και κατά πόσο
μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον συγκεκριμένο σκοπό έτοιμες βάσεις
δεδομένων (τηλεφωνικοί κατάλογοι κ.λπ.).

Αναφορικά με το συγκεκριμένο θέμα η γνώμη μας είναι η εξής:
Σύμφωνα με το Ελληνικό Σύνταγμα (άρθρο 9) «η ιδιωτική και οικογενειακή ζωή
του ατόμου είναι απαραβίαστη. Οι παραβάτες τιμωρούνται για παραβίαση του
οικιακού ασύλου και κατάχρηση εξουσίας και υποχρεούνται σε αποζημίωση του
παθόντος ως νόμος ορίζει».
Με τη διάταξη προστατεύεται ως συστατικό μέρος της προσωπικότητας η
ιδιωτική ζωή του ατόμου (δηλ. η περιοριζόμενη στο ίδιο, την οικογένειά του
και τον στενό κύκλο φίλων και γνωστών του) μεταξύ άλλων και από τον κίνδυνο
που προέρχεται από την καταχρηστική χρησιμοποίηση των πληροφοριών μέσω
ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Το Σύνταγμα προστατεύει τον πολίτη από τις ενέργειες του Κράτους δηλ. των
δημοσίων υπηρεσιών, που δεν έχουν δικαίωμα να επεμβαίνουν στην ιδιωτική ζωή
του πολίτη εκτός αν πρόκειται για τη διερεύνηση, αποκάλυψη και δίωξη
σοβαρών εγκλημάτων (Δαγτόγλου, Ατομικά Δικαιώματα, Τόμος 1ος, σελ. 32ο
επ.).
Το κράτος μπορεί να επεμβαίνει στην ιδιωτική ζωή των πολιτών μόνο όταν
εξαιτίας εξαιρετικών περιστάσεων (π.χ. πόλεμος) κηρύσσεται κατάσταση
πολιορκίας σύμφωνα με το άρθρο 48 του Συντάγματος και αναστέλλεται η
προστασία που αυτό παρέχει.
Οι προσβολές της ιδιωτικής ζωής των πολιτών από ιδιώτες και ιδιωτικούς
φορείς κοινωνικής ή οικονομικής εξουσίας (επιχειρήσεις κ.λπ.) είναι και
αυτές παράνομες και εκείνοι που τις επιχειρούν τιμωρούνται ποινικά (μεταξύ
άλλων: παραβίαση οικιακού ασύλου, παραβίαση του απορρήτου των επιστολών και
τηλεφωνημάτων, εξύβριση δι? έργων, κ.λπ.), αλλά και αποκρούονται από τον
θιγόμενο με αστική αγωγή και άμεσα με ασφαλιστικά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο
57 του Αστικού Κώδικα, που απαγορεύει τις προσβολές της προσωπικότητας.
Μάλιστα επειδή το άρθρο 178 του Αστικού Κώδικα απαγορεύει τις ανήθικες
δικαιοπραξίες υποστηρίζεται ότι ακόμα και μία συμφωνία με την οποία ένα
πρόσωπο παραιτείται υπέρ άλλου από το απαραβίαστο της προσωπικής του ζωής
είναι άκυρη (Δαγτόγλου, σελ. 239).
Εκτός από το Σύνταγμα και τους Κώδικες (Ποινικό και Αστικό) με τον Νόμο
2068/1992 κυρώθηκε και ισχύει στην Ελλάδα η Ευρωπαϊκή Σύμβαση που συνάφθηκε
την 28/1/1981 στα πλαίσια του Συμβουλίου της Ευρώπης «για την προστασία των
ιδιωτών σε σχέση με την αυτόματη επεξεργασία προσωπικών πληροφοριών» που
ισχύει από 1/10/1985.
H σύμβαση αυτή προβλέπει ότι οι πληροφορίες προσωπικού χαρακτήρα που
αποκαλύπτουν τη φυλετική προέλευση, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές
πεποιθήσεις ή που σχετίζονται με την υγεία, ή τη σεξουαλική ζωή, δεν
μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο αυτοματοποιημένης επεξεργασίας, αν το
εσωτερικό δίκαιο της χώρας δεν προβλέπει τις κατάλληλες εγγυήσεις (άρθρο 6
του N. 2068/1992).
Επομένως μόνο για τις συγκεκριμένες πληροφορίες φυλής, πολιτικών και
θρησκευτικών πεποιθήσεων, υγείας και σεξουαλικής ζωής, προβλέπει η
Ευρωπαϊκή Σύμβαση απαγόρευση ηλεκτρονικής επεξεργασίας.
Αλλη διαβάθμιση των προσωπικών πληροφοριών, ιδίως ανάλογα με τον βαθμό
ευαισθησίας τους, στάθηκε μέχρι σήμερα αδύνατη.
Στη Γερμανία ο Ομοσπονδιακός Νόμος θεωρεί όλες τις προσωπικές πληροφορίες
σημαντικές και ευαίσθητες. Επίσης απαγορεύεται η σύνθεση του «πορτρέτου»
της προσωπικότητας του ατόμου, δηλ. η υποβάθμισή του σε απλό πληροφοριακό
αντικείμενο (άρθρο 1, εδάφιο α και 2 εδ. α του Γερμανικού GG, X.
Γιαννούλης, Ηλεκτρονική επεξεργασία προσωπικών ελευθεριών, σελ. 135).
Ως προς τις άλλες προσωπικές πληροφορίες (εκείνες δηλαδή που δεν αφορούν
φυλή, σεξ, θρησκεία, υγεία και πολιτική) το Γερμανικό Ομοσπονδιακό
Συνταγματικό Δικαστήριο, στην περίφημη απόφασή του της 15/12/1983 έθεσε τις
γενικές αρχές για την προστασία του ατόμου από την απεριόριστη συλλογή,
αρχειοθέτηση, χρήση και μετάδοση των προσωπικών του πληροφοριών στα πλαίσια
της ηλεκτρονικής επεξεργασίας και οριοθέτησε το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης
των πληροφοριών, που συνίσταται «στην εξουσία του ατόμου να αποφασίζει
καταρχήν το ίδιο σχετικά με την κοινοποίηση και χρήση των προσωπικών
πληροφοριών που το αφορούν» (Απ. Γέροντας, H ηλεκτρονική επεξεργασία των
προσωπικών πληροφοριών, σελ. 66, 67).
Για το λόγο αυτό, σύμφωνα με το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Νόμο, η επεξεργασία
των πληροφοριών από το Κράτος, (και κατά μείζονα λόγο από τους ιδιώτες)
διέπεται από την αρχή της διαφάνειας, που σημαίνει ότι ο πολίτης έχει
δικαίωμα να γνωρίζει όλα τα στοιχεία που έχουν οι δημόσιες αρχές (με
εξαίρεση εγκληματολογικές εισαγγελικές, αστυνομικές, φορολογικές και
αντικατασκοπικές υπηρεσίες) για το άτομό του αλλά και να αξιώνει να
διαγράφονται από τα σχετικά αρχεία όλες οι ανακριβείς πληροφορίες.
Το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των πληροφοριών μπορεί να περιορίζεται για
λόγους υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος.
Ακόμη η επεξεργασία των προσωπικών πληροφοριών από δημόσια αρχεία
επιτρέπεται στη Γερμανία μόνο όταν προβλέπεται από το νόμο που οφείλει να
προσδιορίζει και το σκοπό χρήσης των πληροφοριών και μόνο όταν αυτές είναι
απολύτως αναγκαίες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της συγκεκριμένης Αρχής
που τηρεί το αρχείο. Για τον λόγο αυτό δεν επιτρέπεται η πληροφοριακή
ενότητα της δημόσιας διοίκησης (ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ υπηρεσιών
χωρίς λόγο) (X. Γιαννούλης, σελ. 133).
Στον ιδιωτικό τομέα, στη Γερμανία πάντα, η συλλογή, καταχώρηση, επεξεργασία
και διάθεση σε άλλους προσωπικών πληροφοριών επιτρέπεται εφόσον δεν
πιθανολογείται η προσβολή άξιων προστασίας συμφερόντων του προσώπου που
αφορούν και εφόσον οι πληροφορίες αντλούνται από κάθε γενικά προσιτή πηγή
(π.χ. τηλεφωνικός κατάλογος). Έχει όμως πάντοτε ο ενδιαφερόμενος το
δικαίωμα να γνωρίζει τα στοιχεία για τ? άτομό του, που έχει η κάθε ιδιωτική
βάση δεδομένων και σύμφωνα με την αρχή της αυτοδιάθεσης των πληροφοριών να
αξιώνει τη διαγραφή τους.
Αυτά ισχύουν στη Γερμανία όπου έχει υπάρξει μεγάλος σχετικός
προβληματισμός. Στην Ελλάδα τη στιγμή που συντάσσεται η παρούσα, υπάρχει
ένα αξιόλογο σχέδιο νόμου «για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία
των προσωπικών πληροφοριών» που διακρίνει τις πληροφορίες σε αυστηρώς
προσωπικές (πολιτική, φιλοσοφία, συναισθήματα, σεξ, συνδικαλισμός), σε
εμπιστευτικές (εθνότητα, θρήσκευμα, φυλή, σχέσεις συζύγων, γονέων, τέκνων,
επαγγελματική κατάσταση, υγεία, ποινικό παρελθόν, σωματειακή δράση) και
λοιπές.
Εάν και εφόσον ψηφισθεί το σχέδιο αυτό που υιοθετεί κάποιες από τις
παραπάνω αρχές του Γερμανικού Δικαίου, αλλά περιέχει και σημαντικές
καινοτομίες θα ισχύουν τα εξής:
Οι αυστηρές προσωπικές πληροφορίες θα απαγορεύεται απολύτως να αποτελέσουν
αντικείμενο επεξεργασίας εκτός αν ο νόμος το επιτρέπει για συγκεκριμένες
περιπτώσεις ορίζοντας τους λόγους, το όργανο και τον τρόπο συλλογής και
επεξεργασίας τους.
Οι εμπιστευτικές πληροφορίες θα μπορούν να γίνουν αντικείμενο επεξεργασίας
αν δεν απαγορεύεται από άλλο νόμο και έπειτα από άδεια ειδικής επιτροπής
και συναίνεση των ενδιαφερομένων (εκτός αν ειδικός νόμος προβλέπει αρχείο
χωρίς τη συναίνεση των ενδιαφερομένων) και εφόσον η επεξεργασία είναι
απολύτως απαραίτητη για την εξυπηρέτηση των σκοπών του αρχείου.
H επεξεργασία των λοιπών πληροφοριών επιτρέπεται αν δεν γίνεται για σκοπό
ανήθικο ή παράνομο.
Τα δε ηλεκτρονικά αρχεία θα λειτουργούν με άδεια και εποπτεία από την ίδια
ειδικά προβλεπόμενη, πολυπρόσωπη επιτροπή που προαναφέρθηκε, η οποία θα
είναι ευρείας εκπροσώπησης κρατικών και επιστημονικών φορέων και των
πολιτικών κομμάτων.
Συμπέρασμα:
Για τις πληροφορίες των οποίων η επεξεργασία απαγορεύεται από την Ευρωπαϊκή
Σύμβαση χωρίς τη συναίνεση του ενδιαφερόμενου δεν γεννάται θέμα, για το ότι
η χρήση τους από την εταιρία βάσης δεδομένων δεν μπορεί να γίνει χωρίς εκ
των προτέρων να υπάρχει η συναίνεση αυτή.
Το πρόβλημα γεννάται για τις απλές στοιχειώδεις πληροφορίες, όπως όνομα,
τηλέφωνο, επάγγελμα, που είναι ούτως ή άλλως γνωστές μέσω των τηλεφωνικών
καταλόγων, αλλά και αναγράφονται πολύ συχνά στα κουδούνια ή τις πόρτες των
κτιρίων, ώστε θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι το να περιληφθούν σε
κάποια λίστα δεν προσβάλλει την προσωπικότητα εκείνου που αφορούν και
επομένως μπορεί η βάση δεδομένων να τις χρησιμοποιήσει χωρίς προηγουμένως
να τον ρωτήσει, αφού μάλιστα με βάση την αρχή της αυτοδιάθεσης των
πληροφοριών θα μπορεί ο ενδιαφερόμενος να ζητήσει τη διαγραφή του από τον
κατάλογο.
Όμως το θέμα δεν είναι τόσο απλό, γιατί ο κίνδυνος της προσβολής της
προσωπικότητας δεν προέρχεται μόνο από τις ίδιες τις πληροφορίες αλλά
πρωτίστως και από το ποιος τις χρησιμοποιεί.
Το αν τ? όνομα ενός ατόμου περιλαμβάνεται στον τηλεφωνικό κατάλογο, το
αποφασίζει ευθύς εξαρχής το ίδιο το συγκεκριμένο άτομο επιλέγοντας αν και
με ποιους όρους θα συμβληθεί με τον OTE και γνωρίζοντας τι μορφή θα έχει
αυτός ο κατάλογος και η χρήση για την οποία προορίζεται.
Ομοίως το αν κάποιος θέλει ή όχι να αναγράφεται τ? όνομά του στο κουδούνι
της πολυκατοικίας το αποφασίζει εκ των προτέρων ο ίδιος.
Αντίθετα το να μπορεί οποιοσδήποτε να χρησιμοποιεί και να μεταδίδει στο
κοινό έστω και τις στοιχειώδεις προσωπικές πληροφορίες ενός ατόμου χωρίς
την προηγούμενη συναίνεσή του συνεπάγεται κίνδυνο για τα συμφέροντα και το
πρόσωπο του ατόμου αυτού και επομένως προσβολή της προσωπικότητάς του.
Τούτο διότι το να περιλαμβάνεται τ? όνομα ενός ατόμου σε κάποιον κατάλογο
μπορεί αυτό καθαυτό να χαρακτηρίζει το συγκεκριμένο άτομο, ή και να το
προσβάλλει π.χ. ορισμένοι δεν θα ήθελαν να συμπεριλαμβάνονται χωρίς τη
συναίνεση τους και χωρίς να το γνωρίζουν στον τηλεφωνικό κατάλογο που
εκδίδει το (νόμιμο ενδεχομένως) σωματείο ιδιόκτητων οίκων ανοχής, ή να
μεταδίδεται η διεύθυνσή τους ανάμεσα σε διαφημίσεις για ροζ τηλέφωνα.
Το ότι μπορεί κάποιος εκ των υστέρων να ζητήσει να διαγραφεί από τη βάση
δεδομένων δεν λύνει το πρόβλημα, αφού η ζημιά μπορεί να είναι ανεπανόρθωτη
και εν πάση περιπτώσει ο καθένας δικαιούται να ρυθμίζει τα προσωπικά του
θέματα εκ των προτέρων και όχι εκ των υστέρων.
Το ότι η επιχείρηση της βάσης δεδομένων θα λειτουργήσει με άδεια κάποιας
κρατικής επιτροπής, αν ψηφισθεί το προαναφερθέν σχέδιο νόμου, ομοίως δεν
λύνει το πρόβλημα διότι ένας συνειδητός πολίτης γνωρίζει αν και πότε
βλάπτεται και δεν χρειάζεται να εκχωρήσει την απόφαση αυτή σε οποιαδήποτε
επιτροπή, ιδίως όταν σε αυτή συμμετέχουν με ψήφο εκπρόσωποι των πολιτικών
κομμάτων που κυρίως ωφελούνται από τη μαζοποίηση και ηλεκτρονική
επεξεργασία των στοιχείων των πολιτών.
Σύμφωνα με τα παραπάνω έχομε τη γνώμη ότι υπό το ισχύον τουλάχιστον δίκαιο
δεν επιτρέπεται να συμπεριλαμβάνονται σε ηλεκτρονικές τράπεζες δεδομένων
και στοιχειώδεις ακόμη προσωπικές πληροφορίες των πολιτών χωρίς την
προηγούμενη συναίνεσή τους.
ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ETAIPIA ΑΘΗΝΩΝ
Υπεύθυνοι άρθρου: Δημήτρης Μαρκάτος-Ειρήνη Καλμανίδου